Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον! [φώτο] [video]
Μεγάλη Παρασκευή , ημέρα πένθους, ημέρα περισυλλογής και κατάνυξης. Η καμπάνα χτυπά σε αργούς ρυθμούς. Λυπημένα. Ακόμα και ο ουρανός «δακρύζει»…
Όλα πενθούν… Τα λουλούδια «υποκλίνονται» ταπεινά, συνοδεύουν τον Ιησού στο Θάνατο και μετά στην Ανάστασή Του.
Πόνος, τύψεις για την Σταύρωση που βρήκε από εμάς τους άπιστους, τους αμαρτωλούς, τους εγωιστές. Τα χρόνια περνούν. Κάθε χρόνο τέτοια ημέρα, το ίδιο συναίσθημα.
Η Σταύρωση Του και ο Θάνατός Του έρχεται και πάλι για να μας «συνεφέρει». Να μας ταρακουνήσει, να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε πως η κοινωνία μας είναι βουτηγμένη στο βούρκο. Οι αξίες, το ήθος, η αγάπη προς τον συνάνθρωπο…
Όλα είναι «βουτηγμένα» σε βάλτο.
Οι λαοί πολεμούν, γεμίζουν τα χέρια τους με το αίμα του αδελφού τους. Στο βωμό της εξουσίας, του χρήματος, της απληστίας χάνονται ζωές.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η ανθρωπότητα χάνεται… Παλεύει στα κύματα της αμαρτίας και του μίσους.
Κι εμείς, θεατές αυτής της καταστροφής. Της καταστροφής, πάνω από όλα, της ψυχής μας.
Πάσχα! Όταν ήμασταν παιδιά, περιμέναμε με ανυπομονησία την αποψινή ημέρα. Τα εγκώμια και όλη η ιεροτελεστία της Μ. Παρασκευής, μας έκαναν να νιώθουμε βαθιά μέσα μας, την δύναμη της θρησκείας μας.
Μαζί με τον ιερέα και τους ψάλτες υμνούσαμε τα Εγκώμια.
«Το «Ω γλυκί μου έαρ»! Ενας από τους μελωδικούς ορθόδοξους βυζαντινούς ύμνους.
Η περιγραφή του ύμνου και η σημασία του
« Αι γενεαί πάσαι, ύμνον τη Ταφή Σου, προσφέρουσι Χριστέ μου. Καθελών του ξύλου, ο Αριμαθείας, εν τάφω Σε κηδεύει. Μυροφόροι ήλθον, μύρα σοι, Χριστέ μου, κομίζουσαι προφρόνως. Δεύρο πάσα κτίσις, ύμνους εξοδίους, προσοίωμεν τω Κτίστη. Ούς έθρεψε το μάννα, εκίνησαν την πτέρναν, κατά του ευεργέτου. Ιωσήφ κηδεύει, συν τω Νικοδήμω, νεκροπρεπώς τον Κτίστην. Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον, πού έδυ σου το κάλλος; Υιέ Θεού παντάναξ, Θεέ μου πλαστουργέ μου, πώς πάθος κατεδέξω; Έρραναν τον τάφον αι Μυροφόροι μύρα, λίαν πρωί ελθούσαι. Ω Τριάς Θεέ μου, Πατήρ Υιός και Πνεύμα, ελέησον τον κόσμον. Ιδείν την του Υιού σου, Ανάστασιν, Παρθένε, αξίωσον σους δούλους».
Το κατανυκτικό κείμενο του ύμνου αποδίδει τον πόνο της Παναγίας για τον επίγειο θάνατο του μοναδικού υιού της. Είναι ένα μοιρολόι, μεγάλο θρησκευτικό τραγούδι στην Αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου και στην Ακολουθία του Επιταφίου. Εξιστορεί την σταύρωση του Ιησού και εκφράζει τον πόνο της Αγίας του Μητέρας.
Ο πόνος...Ο δικός μας πόνος πως θα σβήσει; Πως μπορεί να μην πονάς όταν γύρω μας ο κόσμος καταρρέει...από την διάχυτη Αμαρτία.
Ας ψάξουμε μέσα μας, ας βρούμε πάλι τις αξίες της οικογένειας, της φιλίας. Ας βγάλουμε από τα ενδόψυχα μας τις κακίες μας, τον εγωισμό μας κι ας μάθουμε πάλι να αγαπάμε.
Όλα πενθούν… Τα λουλούδια «υποκλίνονται» ταπεινά, συνοδεύουν τον Ιησού στο Θάνατο και μετά στην Ανάστασή Του.
Πόνος, τύψεις για την Σταύρωση που βρήκε από εμάς τους άπιστους, τους αμαρτωλούς, τους εγωιστές. Τα χρόνια περνούν. Κάθε χρόνο τέτοια ημέρα, το ίδιο συναίσθημα.
Η Σταύρωση Του και ο Θάνατός Του έρχεται και πάλι για να μας «συνεφέρει». Να μας ταρακουνήσει, να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε πως η κοινωνία μας είναι βουτηγμένη στο βούρκο. Οι αξίες, το ήθος, η αγάπη προς τον συνάνθρωπο…
Όλα είναι «βουτηγμένα» σε βάλτο.
Οι λαοί πολεμούν, γεμίζουν τα χέρια τους με το αίμα του αδελφού τους. Στο βωμό της εξουσίας, του χρήματος, της απληστίας χάνονται ζωές.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η ανθρωπότητα χάνεται… Παλεύει στα κύματα της αμαρτίας και του μίσους.
Κι εμείς, θεατές αυτής της καταστροφής. Της καταστροφής, πάνω από όλα, της ψυχής μας.
Πάσχα! Όταν ήμασταν παιδιά, περιμέναμε με ανυπομονησία την αποψινή ημέρα. Τα εγκώμια και όλη η ιεροτελεστία της Μ. Παρασκευής, μας έκαναν να νιώθουμε βαθιά μέσα μας, την δύναμη της θρησκείας μας.
Μαζί με τον ιερέα και τους ψάλτες υμνούσαμε τα Εγκώμια.
«Το «Ω γλυκί μου έαρ»! Ενας από τους μελωδικούς ορθόδοξους βυζαντινούς ύμνους.
Η περιγραφή του ύμνου και η σημασία του
« Αι γενεαί πάσαι, ύμνον τη Ταφή Σου, προσφέρουσι Χριστέ μου. Καθελών του ξύλου, ο Αριμαθείας, εν τάφω Σε κηδεύει. Μυροφόροι ήλθον, μύρα σοι, Χριστέ μου, κομίζουσαι προφρόνως. Δεύρο πάσα κτίσις, ύμνους εξοδίους, προσοίωμεν τω Κτίστη. Ούς έθρεψε το μάννα, εκίνησαν την πτέρναν, κατά του ευεργέτου. Ιωσήφ κηδεύει, συν τω Νικοδήμω, νεκροπρεπώς τον Κτίστην. Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον, πού έδυ σου το κάλλος; Υιέ Θεού παντάναξ, Θεέ μου πλαστουργέ μου, πώς πάθος κατεδέξω; Έρραναν τον τάφον αι Μυροφόροι μύρα, λίαν πρωί ελθούσαι. Ω Τριάς Θεέ μου, Πατήρ Υιός και Πνεύμα, ελέησον τον κόσμον. Ιδείν την του Υιού σου, Ανάστασιν, Παρθένε, αξίωσον σους δούλους».
Το κατανυκτικό κείμενο του ύμνου αποδίδει τον πόνο της Παναγίας για τον επίγειο θάνατο του μοναδικού υιού της. Είναι ένα μοιρολόι, μεγάλο θρησκευτικό τραγούδι στην Αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου και στην Ακολουθία του Επιταφίου. Εξιστορεί την σταύρωση του Ιησού και εκφράζει τον πόνο της Αγίας του Μητέρας.
Ο πόνος...Ο δικός μας πόνος πως θα σβήσει; Πως μπορεί να μην πονάς όταν γύρω μας ο κόσμος καταρρέει...από την διάχυτη Αμαρτία.
Ας ψάξουμε μέσα μας, ας βρούμε πάλι τις αξίες της οικογένειας, της φιλίας. Ας βγάλουμε από τα ενδόψυχα μας τις κακίες μας, τον εγωισμό μας κι ας μάθουμε πάλι να αγαπάμε.