Σε ένδειξη τιμής για την γέννηση του Μάνου Λοίζου (22-100-1937), άρθρο του Γρηγόρη Εδιρνέλη
ΣΕ ΕΝΔΕΙΞΗ ΤΙΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ
ΜΑΝΟΥ ΛΟΪΖΟΥ (22-10-1937)
Ο Μάνος Λοΐζος ήταν ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους
Έλληνες συνθέτες. Γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου του 1937 στην Αλεξάνδρεια της
Αιγύπτου και πέθανε σε νοσοκομείο της Μόσχας, στις 17 Σεπτεμβρίου 1982.
Είχε κυπριακή καταγωγή, ο πατέρας του, Ανδρέας Λοΐζος,
καταγόταν και ήταν κάτοικος των Αγιών Βαβατσινιάς -χωριό της Λάρνακας Κύπρου-
και η μητέρα του, Δέσποινα Μανάκη, καταγόταν από τη Ρόδο. Από μικρή ηλικία
ασχολείται με τη μουσική: στην ηλικία των επτά ετών μελετά βιολί, αρχικά
ερασιτεχνικά κι έπειτα στο Εθνικό Ωδείο της Αλεξάνδρειας. Αφού αποφοίτησε από
το Αβερώφειο Γυμνάσιο, το 1955 ήλθε στην Αθήνα με σκοπό να σπουδάσει.
Αρχικά γράφτηκε στην Φαρμακευτική Σχολή του Πανεπιστημίου
Αθηνών, αλλά στις αρχές του 1956 την εγκαταλείπει με σκοπό να φοιτήσει στην
Ανωτάτη Εμπορική. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα φοιτά στην Σχολή Βακαλό
θέλοντας να σπουδάσει ζωγραφική.
Το 1960 εγκαταλείπει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο και εργάζεται
περιστασιακά προκειμένου να επιβιώσει, άλλοτε σαν σερβιτόρος, άλλοτε σαν
γραφίστας σε διαφημιστικές εταιρείες, άλλοτε σαν μουσικός σε μπουάτ. Ήταν μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος
Ελλάδας.
Αγωνίστηκε για τα δικαιώματα της εργατικής τάξης. Τα τραγούδια
του, λιτά και έντεχνα, συνδέθηκαν άμεσα με τις λαϊκές μάζες. Πολιτικά
στρατευμένος καλλιτέχνης στα χρόνια της xούντας και της μεταπολίτευσης,
ακολούθησε την ποιότητα στο ελληνικό τραγούδι που χάραξαν ο Μίκης Θεοδωράκης
και ο Μάνος Χατζιδάκις. Συνεργάστηκε με τους στιχουργούς, Λευτέρη Παπαδόπουλο,
Φώντα Λάδη και Γιάννη Νεγρεπόντη, καθώς και με τους ερμηνευτές, Χάρις Αλεξίου,
Γιώργο Νταλάρα, Γιάννη Καλαντζή, Δήμητρα Γαλάνη κ.ά. Τελευταίος δίσκος του ήταν
τα «Γράμματα στην Αγαπημένη», σε στίχους του Τούρκου ποιητή, Ναζίμ Χικμέτ, με
απόδοση στα ελληνικά του μεγάλου Γιάννη
Ρίτσου.
Μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973
συνελήφθη και πέρασε 10 μέρες στα κρατητήρια στης Ασφάλειας. Μέσα στο ξέφρενο
κλίμα της μεταπολίτευσης συμμετέχει στις μεγάλες λαϊκές συναυλίες της εποχής
και στο τέλος του 1974 κυκλοφορεί το δίσκο «Τα Τραγούδια του Δρόμου» με όλα εκείνα τα τραγούδια του που είτε είχαν απαγορευτεί τα προηγούμενα
χρόνια, είτε δεν τους είχε επιτραπεί η ηχογράφηση τους από τη λογοκρισία της
επταετίας. Την τριετία 1974 - 1977 υπήρξε ένας από τους βασικούς εκφραστές του
πολιτικού τραγουδιού. Το 1978 αναλαμβάνει την προεδρία της Ένωσης
Μουσικοσυνθετών Ελλάδας και πρωτοστατεί στη δημιουργία φορέα είσπραξης των
πνευματικών δικαιωμάτων. Τον ίδιο χρόνο παντρεύεται σε δεύτερο γάμο την ηθοποιό
Δώρα Σιτζάνη.
Στην εικοσαετή μουσική του διαδρομή έγραψε μερικά από τα
καλύτερα ελληνικά τραγούδια, συνεργαζόμενος με τους στιχουργούς Γιάννη
Νεγρεπόντη, Φώντα Λάδη, Μανώλη Ραούλη, Δημήτρη Χριστοδούλου και Λευτέρη
Παπαδόπουλο, με τον οποίο γνωρίστηκε το 1965 και έγιναν αχώριστοι φίλοι. Τα
τραγούδια του, γεμάτα λυρισμό και
τρυφερότητα, ερμήνευσαν μεγάλα ονόματα του ελληνικού τραγουδιού, όπως ο Γιάννης
Καλατζής, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, η Χάρις Αλεξίου, ο
Γιάννης Πουλόπουλος, ο Γιάννης Πάριος, η Μαρία Φαραντούρη, ο Στέλιος
Καζαντζίδης και η Δήμητρα Γαλάνη.
To 2007 χαρακτηρίστηκε
από το μουσικό χώρο ως έτος Μάνου Λοΐζου, σε ένδειξη τιμής για τα 70 χρόνια από τη γέννησή του και τα
25 χρόνια από το θάνατο του. Ο ίδιος έχει πει: «Όταν έχω κέφια, είμαι σε θέση
να μελοποιήσω ακόμα και τον τηλεφωνικό κατάλογο...»
«Ο Λοΐζος δεν
κατασκεύαζε. Και αν το ήθελε, δεν θα
μπορούσε. Γεννούσε. Κι αυτό γιατί
έτσι το ένιωθε...», είπε γι αυτόν τον μεγάλο καλλιτέχνη ο Μίκης Θεοδωράκης.»
Ο πρόωρος θάνατος
του, βύθιζε στο πένθος τον κόσμο του πολιτισμού
(και όχι μόνο) σε όλη την Ελλάδα.
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΕΔΙΡΝΕΛΗΣ (δημοτικός σύμβουλος με την ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ –
ΑΝΑΤΡΟΠΗ»