H πάλη των τάξεων να πάει λίγο πίσω...
Βασίλης Καραγιάννης
Συζητώντας με πρόεδρο σημαντικού εργατικού κέντρου, του οποίου τα μέλη εργάζονται στη βαριά βιομηχανία και η περιοχή ετοιμάζεται να δεχθεί εργασίες της διεθνοποιημένης οικονομίας, μου ανέφερε ότι η οικονομική κρίση έχει εκτοξεύσει την...
ανεργία στην περιοχή, έχει προκαλέσει κατάρρευση των αμοιβών κι ότι για να ξαναβγεί η οικονομία στην επιφάνεια, καθοριστικό ρόλο θα παίξει η συνεννόηση μεταξύ εργοδοτών-εργαζομένων και η δημιουργία φιλικού περιβάλλοντος που θα προσελκύσει ξένες επενδύσεις.
Συζητώντας με επικεφαλής μίας σημαίνουσας, διεθνούς επιχειρηματικής ένωσης, μου ανέφερε ότι οι θεσμοί και ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να σταματήσουν να επικεντρώνουν τις προσπάθειες αποκλειστικά στους δημοσιονομικούς στόχους και να στοχεύσουν περισσότερο στις διαρθρωτικές αλλαγές, οι οποίες είναι αυτές που θα βοηθήσουν και στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Αλλά για να συμβεί αυτό, ανέφερε ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί μία συμμαχία εργοδοτών και εργαζομένων με βάση τα νέα δεδομένα της διεθνούς οικονομίας.
Συζητώντας με πρέσβη χώρας της ευρωζώνης για το πώς θα βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και για το πώς τα έχουν καταφέρει στη χώρα του, η οποία είναι έχει παρόμοια χαρακτηριστικά και μέγεθος με την ελληνική, μου ανέφερε ότι ένα από αυτά που έχουν κατορθώσει είναι η εμπέδωση κλίματος συνεργασίας μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Και ανέφερε χαρακτηριστικά ότι αυτό αποτελεί σημαντική παράμετρο που καθορίζει την κοινωνική συνοχή, την εργασιακή ειρήνη κι αυτό βοηθά στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Δυστυχώς, η μεγάλη εικόνα της παγκόσμιας οικονομίας επιβεβαιώνει τις παραπάνω απόψεις. Πιο συγκεκριμένα, το 2015 η ελληνική οικονομία κατετάγη στην 81η θέση (στις 140) της Παγκόσμιας Λίστας Ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum, κι αυτή αποτελεί τη χειρότερη θέση της ευρωζώνης. Πηγαίνοντας ένα βήμα παραπάνω, η ελληνική αγορά εργασίας κατετάγη στην 116η θέση (στις 140) δηλαδή ακόμα χειρότερα σε σχέση με το γενικό μέσο όρο της οικονομίας. Και φυσικά κι αυτή αποτελεί τη χειρότερη θέση της ευρωζώνης. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα κατετάγη στην 107η θέση (στις 140) στη συνεργασία εργαζομένων-εργοδοτών.
Όλα τα στοιχεία δείχνουν τη δεινή θέση στην οποία βρισκόμαστε ως οικονομία στο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον. Με βάση τα παραπάνω, οι συζητήσεις μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών θα πρέπει να κινηθούν σε πέντε άξονες:
1. Τα ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία δείχνουν ότι σε αυτή τη χώρα δεν συζητάμε, δεν συνεργαζόμαστε, αναλωνόμαστε σε αδιέξοδες, ιδεοληπτικές αντιπαραθέσεις, που αγνοούν τη δυσμενή θέση σημαντικού τμήματος της ελληνικής κοινωνίας και τις τεράστιες αλλαγές στη διεθνή οικονομία. Θα αποτελούσε μία εξαιρετικά θετική εξέλιξη, να υπήρχε συμφωνία μεταξύ εργαζομένων κι εργοδοτών χωρίς τη συμμετοχή του κράτους. Αλλά σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση θα πρέπει να διευκολύνει τη συμφωνία κι όχι να τη δυναμιτίσει, έχοντας ως βραχυχρόνιο, οπορτουνιστικό στόχο τη δημιουργία ερεισμάτων στο συνδικαλισμό (που τώρα δεν διαθέτει).
2. Δυστυχώς οι συζητήσεις μεταξύ εργαζομένων κι εργοδοτών διαχρονικά περιορίζονταν στη διατήρηση των μισθολογικών κι άλλων κεκτημένων των υφιστάμενων εργαζομένων. Κι αυτό αποτελούσε τη γραμμή κυρίως της συνδικαλιστικής ηγεσίας των εργαζομένων. Αλλά το βασικότερο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας είναι η ανεργία, και οι άνεργοι δεν εκπροσωπούνται στις συζητήσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Πιο συγκεκριμένα, η επίσημη ανεργία, αν και έχει μειωθεί από το 27,92% το 2013, στο 23,3% τον Απρίλιο του 2016 (ΕΛΣΤΑΤ), εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά υψηλή, η υψηλότερη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρα οι συζητήσεις εργαζομένων εργοδοτών πρέπει να εμπλουτιστούν με δράσεις που αφορούν την επανένταξη των ανέργων και τη μείωση της ανεργίας. Κι αυτό γιατί η ανεργία αποτελεί σημαντική χρονοβόμβα, επηρεάζει αρνητικά την κοινωνική συνοχή, τα κρατικά έσοδα, τις ασφαλιστικές εισφορές και κατ’ επέκταση τις υφιστάμενες συντάξεις εργαζομένων. Και το ζήτημα της ανεργίας δεν μπορεί να λυθεί με χρήματα από το δημόσιο τομέα (επιδοτήσεις) αλλά θα λυθεί κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα, με όρους αγοράς δηλαδή είτε με προσέλκυση επενδύσεων είτε με αύξηση της παραγωγής διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών.
3. Στις συζητήσεις μεταξύ των εργαζομένων-εργοδοτών θα πρέπει να δοθεί προσοχή στη διαρθρωτική ανεργία. Αναφέρομαι σε εκείνο το τμήμα των ανέργων, οι οποίοι ακόμα κι αν προκύψει επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, θα είναι δύσκολο να ξαναβρούν εργασία είτε λόγω ηλικίας είτε λόγω έλλειψης προσόντων ή δεξιοτήτων. Το μεγαλύτερο τμήμα της διαρθρωτικής ανεργίας αφορά τους μακροχρόνια ανέργους (άνεργοι άνω του 1 έτους), οι οποίοι αποτελούν το 70,3% του συνόλου των ανέργων. Σε αυτή την κατηγορία δεν συμπεριλαμβάνονται μόνο οι πρώην εργαζόμενοι προχωρημένης ηλικίας αλλά και οι νέοι άνεργοι που δεν έχουν εργαστεί ποτέ και δεν έχουν εκπαιδευτεί ποτέ (ΝΕΕΤs - Not in Education, Employment, or Training). Αυτοί οι συμπολίτες μας, ακόμα κι αν επενδυθούν μεμιάς π.χ. 100 δις στην ελληνική οικονομία, δεν είναι σίγουρο ότι θα βρουν εργασία. Κι αυτό γιατί ενδεχομένως να μην έχουν τις δεξιότητες, και το πρόβλημα εντείνεται με την παράταση της οικονομικής κρίσης και την επιδείνωση του δημογραφικού. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα κατατάσσεται στην 6η χειρότερη θέση στη σχετική παγκόσμια λίστα ελλείμματος δεξιοτήτων, με 59% των εργοδοτών να μην βρίσκουν προσωπικό με τις δεξιότητες που απαιτούν οι ανάγκες της αγοράς (World Economic Forum). Όπως ανέφερε άνθρωπος της αγοράς, δεν μπορεί στο βιομηχανικό κέντρο της χώρας (Θριάσιο) να μην μπορείς να βρεις εργαζόμενο κάτω των 55 ετών να κάνει οξυγονοκόλληση και οι τοπικές Σχολές Μαθητείας του ΟΑΕΔ να έχουν τμήματα υπάλληλων δικηγορικών γραφείων. Εάν δεν συνεργαστούν εργαζόμενοι, εργοδότες και κράτος έτσι ώστε να εκπαιδευτούν/ επανεκπαιδευτούν / πιστοποιηθούν οι νέοι και οι άνεργοι σε προσόντα και δεξιότητες που υπάρχει ζήτηση, κι ο σχεδιασμός της εκπαίδευσης να είναι συνεχής και δυναμικός ανάλογα με τις ανάγκες της αγοράς τότε, είτε α) η κρίση θα συνεχιστεί είτε β) σε περίπτωση επανεκκίνησης της οικονομίας, οι νέες θέσεις θα καλυφθούν από εισαγόμενους εργαζόμενους.
4. Οι συζητήσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων εξαντλούνται αποκλειστικά στη δημιουργία εκείνων των συνθηκών που θα διευκολύνουν την οικονομική μεγέθυνση, δηλαδή την αύξηση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ). Αλλά η συζήτηση θα πρέπει να επεκταθεί και σε θέματα που αφορούν την κοινωνική ανάπτυξη, η οποία απαντά στο ερώτημα «τι μας ενδιαφέρει η αύξηση του ΑΕΠ, εάν αυτή η ανάπτυξη ωφελεί λίγους». Θα αναφέρω για παράδειγμα τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας. Η εγχώρια συζήτηση εξαντλείται σε ευχολόγια και δεκάρικους. Το θέμα δεν είναι να γίνουν ισορροπημένες προσλήψεις ανδρών γυναικών μέσω ποσοστώσεων. Το θέμα είναι πως θα δημιουργηθούν οι συνθήκες (παιδικοί σταθμοί, ολοήμερα σχολεία κλπ.) για να δοθεί η δυνατότητα στις Ελληνίδες να ενταχθούν στην αγορά εργασίας με ανταγωνιστικούς όρους.
Η ιδέα για ένα νέο είδος ΑΕΠ αποκτά ολοένα και περισσότερους οπαδούς σε παγκόσμιο επίπεδο (ακαδημαϊκή, εταιρείες και κυβερνήσεις). Η εταιρεία Boston Consulting Group έχει λανσάρει τον όρο «Αξιολόγηση Βιώσιμης Οικονομικής Ανάπτυξης» (Sustainable Economic Development Assessment), με βάση τον οποίο για την ανάπτυξη μετρώντας τρεις βασικοί δείκτες: οικονομία, βιωσιμότητα και επενδύσεις, ενώ γίνονται μετρήσεις σε κατανομή εισοδήματος, υγεία, παιδεία και υποδομές. Σύμφωνα με τη σχετική λίστα της Boston Consulting Group, κατά την περίοδο 2006-14, η Ελλάδα κατατάχτηκε στην 1η θέση της παγκόσμιας λίστας των χωρών, στις οποίες η οικονομική ανάπτυξη ΔΕΝ μετατράπηκε σε κοινωνική ανάπτυξη (well-being).
5. Η συζήτηση θα πρέπει να ξεκινά με το πώς θα εμπεδωθεί η συνεργασία μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών, κι όχι από τις απαρχαιωμένες ιδεοληπτικές διαφορές που δημιουργούν συγκρουσιακές λογικές. Εργαζόμενοι και εργοδότες μοιραζόμαστε κοινές αξίες και αντιμετωπίζουμε κοινές προκλήσεις που ξεπερνούν τις κομματικές/πολιτικές γραμμές. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να γίνει προσπάθεια κι από τους εργαζόμενους κι από τους εργοδότες. Και οι δύο πλευρές θα πρέπει να συζητήσουν ξεκινώντας από νέα βάση, και θα έλεγα ότι κατόπιν και οι δύο πλευρές θα πρέπει να ενημερωθούν στις εξελίξεις της διεθνούς οικονομίας. Και οι ηγεσίες τους θα πρέπει κατόπιν να ενημερώσουν/εκπαιδεύσουν τα μέλη τους.
Μόνο με βάση τα παραπάνω θα μπορέσουμε να σπάσουμε τον κύκλο της στασιμοχρεοκοπίας στην οποία έχουμε εισέλθει, η οποία πιέζει εισοδήματα και κοινωνία. Γιατί η ανάπτυξη δεν έρχεται με ευχολόγια, δεν διατάσσεται, απαιτεί προσέλκυση επενδύσεων, σταθερό φορολογικό περιβάλλον, στήριξη της επιχειρηματικότητας, μεταρρυθμιστικό πνεύμα και κυρίως συμφωνία των εταίρων σε ένα νέο, σύγχρονο κοινωνικό συμβόλαιο. Τα θέματα της ανταγωνιστικότητας δεν αφορούν απλά τα οικονομικά μεγέθη των πολιτών, των επιχειρήσεων και του κράτους. Αφορούν την ίδια την επιβίωση της Ελλάδας στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον...
athensvoice.gr
Πηγή: nonews-news.blogspot.gr