Η εποχή του πλανητικού απορρυθμιστή
Οπως είδαμε στα δυο προηγούμενα άρθρα, στις μέρες μας, θα έπρεπε να θεωρείται ολοφάνερο και επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι το ανθρώπινο είδος, συνολικά και διαχρονικά, έδρασε και εξακολουθεί να δρα ως μία αποφασιστική πλανητική «δύναμη» η οποία, έχοντας τη δυνατότητα να αναδιαμορφώνει το γήινο περιβάλλον και τη βιόσφαιρα, μπορεί να υπονομεύει την πορεία της ζωής στον πλανήτη.
Αυτή ακριβώς την πανίσχυρη απορρυθμιστική δύναμη του ανθρώπινου είδους επιχειρεί να περιγράψει, να προσδιορίσει επακριβώς και, ενδεχομένως, να τιθασεύσει η διαφωτιστική ιδέα της νέας «Ανθρωποκαίνου εποχής».
Αν και, εκ πρώτης όψεως, «ανθρωποκεντρική», αυτή η επιστημονική ιδέα αναδεικνύει την επιτακτική ανάγκη για μια λιγότερο αυτιστική παρέμβαση του ανθρώπου στις ευαίσθητες γεωλογικές, οικολογικές και βιολογικές ισορροπίες του πλανήτη που τον φιλοξενεί.
Το σπουδαιότερο, όμως, είναι ότι αν η ιδέα της Ανθρωποκαίνου εποχής συνδυαστεί με τη ζοφερή διάγνωση της «έκτης μαζικής εξαφάνισης», τότε καθίσταται επίκαιρο όσο ποτέ το αίτημα για μια διαφορετική, περισσότερο υπεύθυνη και λιγότερο καταστροφική ανθρώπινη βιοπολιτική.
Η επίσημη ημερομηνία γέννησης της ιδέας της «Ανθρωποκαίνου Εποχής» ήταν στις απαρχές της τρίτης χιλιετίας, το 2000, όσο για τον τόπο γέννησής της ήταν το Μεξικό. Εκεί, κατά τη διάρκεια ενός επιστημονικού συνεδρίου για τις περιβαλλοντικές αλλαγές κατά την διάρκεια της Ολοκαίνου, δηλαδή της τρέχουσας γεωλογικής εποχής που ξεκίνησε πριν από περίπου 11 χιλιάδες χρόνια, όσοι συμμετείχαν είδαν άναυδοι τον νομπελίστα Ολλανδό χημικό Πολ Κρούτσεν (Paul Crutzen) να διακόπτει έναν ομιλητή λέγοντας: «Οχι. Δεν βρισκόμαστε πλέον στην Ολόκαινο! Είμαστε...», παύση ενός λεπτού, «Είμαστε στην Ανθρωπόκαινο».
Ο νεολογισμός, που εισήγαγε μία παγκοσμίου φήμης αυθεντία σε θέματα αλλαγής της γεώσφαιρας και ειδικότερα της γήινης ατμόσφαιρας από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, πέτυχε διάνα. Εκτοτε, ο όρος «Ανθρωπόκαινος» άρχισε να υιοθετείται δειλά δειλά από αρκετούς κορυφαίους ειδικούς και πολύ σύντομα έγινε κεντρικό θέμα στα τρομολαγνικά ΜΜΕ.
Ο νέος επιστημονικός όρος προέκυψε από τον συνδυασμό δύο αρχαιοελληνικών λέξεων: «άνθρωπος» + «καινός» (νέος, καινοφανής) για να περιγράψει τη «νέα γεωλογική εποχή του ανθρώπου».
Οσο για την ανάγκη εισαγωγής του νεολογισμού «Ανθρωπόκαινος» (Anthropocene), αυτή δεν προέκυψε από τη συνήθη ματαιόδοξη αυτοεικόνα του είδους μας, αφού, εξαρχής, είχε αρνητική χροιά και αποτιμούσε ως αναμφίβολα καταστροφικές τις πιο πρόσφατες ανθρώπινες παρεμβάσεις του είδους μας στον πλανήτη Γη.
Οπως όλα δείχνουν, τόσο η μαζική παρουσία -ο ανθρώπινος πληθυσμός ξεπερνά τα 7,6 δισεκατομμύρια- όσο και η πρωτοφανής για ένα ζωικό είδος οικολογική επεμβατικότητα των ανθρώπων έχουν ήδη αφήσει το ανεξίτηλο αποτύπωμά τους όχι μόνο πάνω στο φυσικό-οικολογικό περιβάλλον «μας» αλλά και σε κάθε μορφή ζωής με την οποία ερχόμαστε σε επαφή.
Εξ ου και η ανάγκη διαφοροποίησης της νέας γεωλογικής-πλανητικής εποχής από τις προηγούμενες, δεδομένου ότι η νέα εποχή καθορίζεται κυρίως από τις δραστηριότητες του ανθρώπινου είδους. Μια ιδέα που εισηγήθηκε πρώτος ο Eugene Stoermer και ανέπτυξε όσο κανένας άλλος ο νομπελίστας χημικός Paul Crutzen.
Εκτοτε, ολοένα και περισσότερες έρευνες επιβεβαίωσαν την αρχική ιδέα ότι οι άνθρωποι δεν υφίστανται παθητικά τους οικολογικούς και γεωλογικούς περιορισμούς του πλανήτη, αλλά διαμορφώνουν οι ίδιοι τις συνθήκες ζωής τους: δεν προσαρμόζονται απλώς στα οικοσυστήματα όπου ζουν αλλά, από μια ορισμένη χρονική στιγμή και έπειτα, τα τροποποιούν σύμφωνα με τις ανάγκες τους.
Η αποδοχή, όμως, της νέας γεωλογικής εποχής δεν ήταν διόλου εύκολη υπόθεση, ούτε βέβαια προφανής. Προϋποθέτει ότι η μεγάλη πλειοψηφία της επιστημονικής κοινότητας από γεωεπιστήμονες, παλαιοντολόγους και βιοανθρωπολόγους θεωρεί ως δεδομένο ότι οι ανθρώπινοι πληθυσμοί μπορούν όντως να ασκούν μια βαθιά και διαρκή επιρροή όχι μόνο στον βιόκοσμο αλλά και ευρύτερα στο γήινο περιβάλλον, μια επίδραση ισοδύναμη με τις μεγάλες φυσικές δυνάμεις που διαμορφώνουν το πλανητικό σκηνικό.
Με άλλα λόγια, θα πρέπει να συμφωνήσουν στο ότι η επίδραση των ανθρώπινων συλλογικών δράσεων και πρακτικών πάνω στη Γη είναι ανάλογη π.χ. με την ηφαιστειογενή δραστηριότητα, την τεκτονική των πλακών, τις κλιματικές αλλαγές ή με έναν αρκετά μεγάλο μετεωρίτη που έπεσε στον πλανήτη!
Φυσικές «δυνάμεις» που, όπως είδαμε, αναδιαμόρφωσαν, κατ’ επανάληψη, το πλανητικό σκηνικό της ζωής προκαλώντας μαζικές εξαφανίσεις ειδών (βλ. «Εφ. Συν.» 1 και 8-9-2018).
Πώς, όμως, οι σύγχρονοι καταστροφολόγοι τεκμηριώνουν την εμφανώς «αντιδραστική» άποψή τους ότι η αδηφάγος διάθεση και η «αειφόρος» ανάπτυξη του σύγχρονου ανθρώπου έχει αφήσει τα μόνιμα αποτυπώματά της, όχι μόνο στην επιφάνεια ή στην ατμόσφαιρα του πλανήτη αλλά και στα βαθύτερα γεωλογικά του στρώματα;
Δυστυχώς, για τους αμετανόητους οπαδούς της «προόδου με κάθε κόστος», οι πιο πρόσφατες γεωλογικές έρευνες μας αποκαλύπτουν ότι η ασφυκτική παρουσία των ανθρώπων και των προϊόντων της τεχνολογίας τους σε κάθε γωνιά της Γης έχουν προξενήσει τόσο βαθιές μεταβολές που πλέον αποτυπώνονται ακόμη και στα βαθύτερα γεωλογικά στρώματα του πλανήτη!
Πράγματι, πριν από ένα χρόνο, δημοσιεύτηκε στο έγκριτο γεωλογικό περιοδικό «American Mineralogist» ένα εκτενές άρθρο όπου ανακοινώνεται ότι μια ομάδα εκλεκτών γεωλόγων υπό τη διεύθυνση του Robert Hazen κατάφερε, πρώτη φορά, να εντοπίσει στη φύση και να αναλύσει στο εργαστήριο 208 είδη ορυκτών, τα οποία προήλθαν και υπάρχουν χάρη στις ανθρώπινες δραστηριότητες!
«Η εξέλιξη των ορυκτών ήταν συνεχής σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της Γης. Χρειάστηκαν 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια για να καταφέρουν οι συνδυασμοί των χημικών στοιχείων να συναντηθούν σε έναν συγκεκριμένο τόπο, σε ένα δεδομένο βάθος και σε μια ορισμένη θερμοκρασία ώστε να σχηματίσουν τα 5.200 είδη ορυκτών που υπάρχουν στη Γη και αναγνωρίζονται επίσημα. Από αυτά τα 5.200 είδη, υπάρχουν 208 που άμεσα ή έμμεσα προήλθαν από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, κυρίως μετά το δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα. Και θεωρούμε ότι νέα είδη θα συνεχίσουν να παράγονται με τον ίδιο σχετικά φρενήρη ρυθμό», όπως δήλωσε ο ίδιος ο Robert Hazen, διεθνούς φήμης γεωλόγος και πρωταγωνιστής αυτής της έρευνας.
Τα 208 είδη «ανθρωπογενών» ορυκτών, στα οποία αναφέρεται ο Robert Hazen, αναγνωρίζονται πλέον επίσημα από την ICS (Διεθνή Επιτροπή Στρωματογραφίας) και θεωρούνται «ανθρωπογενή» επειδή δεν θα υπήρχαν χωρίς την καταλυτική επίδραση του ανθρώπου τους τρεις τελευταίους αιώνες.
Με άλλα λόγια, όπως ακριβώς προβλέπεται από τη θεωρία της Ανθρωποκαίνου Εποχής, η μαζική παρουσία και οι επεμβατικές δραστηριότητες των ανθρώπων αλλάζουν ταχύτατα όχι μόνο τη βιόσφαιρα, την ατμόσφαιρα, αλλά και τη γεωλογική σύσταση του πλανήτη.
Πιο «επιφανειακή» -αλλά πολύ πιο βλαπτική για τη βιόσφαιρα- ως αποτύπωμα της ανθρώπινης παρουσίας είναι η σχετικά πρόσφατη μαζική παραγωγή συνθετικών πολυμερών (πλαστικά), συνθετικών υλικών που διαλύονται πολύ αργά μολύνοντας τα ποτάμια και τις θάλασσες που τα μεταφέρουν παντού. Ενα άλλο μόνιμο γεωλογικό αποτύπωμα είναι το τσιμέντο που, από τα μέσα του εικοστού αιώνα, παράγεται και συσσωρεύεται σε απίστευτες ποσότητες.
Εστιάζοντας το ενδιαφέρον μας αποκλειστικά στο παρόν, στον αδυσώπητο κοινωνικό και προσωπικό αγώνα για επιβίωση στην παγκόσμια κοινωνία των αγορών, αφήνουμε τη διαχείριση του παρόντος και τον σχεδιασμό του μέλλοντός μας σε αδιαφανή κέντρα βιοεξουσίας, τα οποία, κατά κανόνα, δεν αποφασίζουν με αυστηρά επιστημονικά ή, έστω, φιλάνθρωπα κριτήρια, αλλά με γνώμονα αποκλειστικά τη διατήρηση και την επέκταση της κυριαρχίας τους, πάση θυσία.
Τούτου δοθέντος, ποιες θα είναι στο άμεσο μέλλον οι πλανητικές συνέπειες από αυτή την καταφανώς κοντόφθαλμη και κυριολεκτικά ανθρωποκτόνο βιοπολιτική; Αραγε, τι θα απομείνει από την ανθρωπότητα, όπως τη γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, μετά την ανθρωπογενή λαίλαπα της έκτης μαζικής εξαφάνισης ή από τα εξίσου ανθρωπογενή όνειρα τεχνολογικής αυτο-υπέρβασης της σημερινής πλανητικής κρίσης;
Σε αυτά τα φουτουριστικά και δήθεν ανεπίκαιρα ερωτήματα θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στα επόμενα άρθρα μας, καταφεύγοντας όχι σε αβάσιμα γεωπολιτικά-βιοπολιτικά ιδεολογήματα και σε σωτηριολογικού χαρακτήρα τεχνοπολιτικά σενάρια για το επικείμενο «λαμπρό μέλλον» της ανθρωπότητας αλλά, αντίθετα, με επιστημονικά τεκμηριωμένες αναλύσεις της καταστροφής που ήδη συντελείται.
Κλείνοντας αυτή την πρώτη ενότητα άρθρων, ζητήσαμε από τον Γιάννη Μανέτα, επιφανή βιολόγο και συγγραφέα, να μας παρουσιάσει την επόμενη εβδομάδα τις απόψεις και τις ανησυχίες του για την τρέχουσα ανθρωπογενή κρίση της βιόσφαιρας.
Σύμφωνα με τις πιο έγκυρες μετρήσεις, η συνολική ανθρώπινη βιομάζα αντιστοιχεί μόνο στο 0,01% της βιομάζας όλων των μορφών ζωής (βακτηριακών, φυτικών και ζωικών) και ωστόσο το ανθρώπινο είδος στην πολύ σύντομη, από απόψεως γεωλογικού χρόνου, ιστορία του έχει οδηγήσει στον αφανισμό του 83% των λεγόμενων «άγριων», δηλαδή μη οικόσιτων ειδών θηλαστικών και του 50% των φυτών που είχαν την ατυχία να βρεθούν στον δρόμο του ή, ακριβέστερα, στον πλανήτη «του».
Σε αυτό το κάθε άλλο παρά κολακευτικό συμπέρασμα για το είδος μας κατέληξαν και οι πρόσφατες στατιστικές μελέτες των Ισραηλινών Ron Milo και Yinon M. Bar-On, καθηγητές στο Ινστιτούτο Weizmann, οι οποίοι μαζί με τον Αμερικανό Rob Phillips από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνιας προχώρησαν σε μία, κατά προσέγγιση, αποτίμηση της συνολικής έμβιας και ανθρώπινης βιομάζας.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό PNAS με τίτλο «Η κατανομή της βιομάζας στη Γη» (The biomass distribution on Earth), μας αποκαλύπτει ότι η συνολική μάζα της ζωής πάνω στη Γη αποτελείται κατά 82% περίπου από φυτά, κατά 13% περίπου από βακτήρια, κατά 5% περίπου από ζώα, ενώ οι σημερινοί πληθυσμοί των ανθρώπων αντιστοιχούν στο 0,01%, ποσοστόασήμαντο από απόψεως της γήινης βιομάζας. Το 86% των εμβίων όντων ζουν στη στεριά, το 1% στους ωκεανούς και το 13% κάτω από τη Γη.
Μολονότι αυτοί οι αριθμοί δεν είναι απολύτως ακριβείς αλλά μόνο κατά προσέγγιση, μας επιτρέπουν να έχουμε μια πρώτη σαφή εικόνα της κατανομής της βιομάζας. Για παράδειγμα, του γεγονότος ότι η συνολική βιομάζα όλων των φυτών (χλωρίδα) κυριαρχεί στον πλανήτη και είναι κατά πολύ μεγαλύτερη από τη βιομάζα των βακτηρίων. Επίσης, αν και οι ωκεανοί καλύπτουν πολύ μεγαλύτερη επιφάνεια του πλανήτη σε σχέση με τη στεριά, η βιομάζα της ζωής στη στεριά είναι από 10 έως 100 φορές μεγαλύτερη από τη θαλάσσια βιομάζα. Και είναι διασκεδαστικό ότι οι οργανισμοί που έχουν περίπου ίση βιομάζα με αυτή των σημερινών ανθρώπινων πληθυσμών –που ανέρχεται σε 0,05 γιγατόνους– είναι τα παρασιτικά ισόπτερα έντομα, οι τερμίτες.
Πάντως, οι αριθμοί που προέκυψαν από αυτή την πρωτοποριακή έρευνα μας αποκαλύπτουν πόσο ασήμαντη είναι η υλική παρουσία μας σε σχέση με το σύνολο της ζωής και μας υπενθυμίζουν πόσο καταστροφική μπορεί να αποβεί η βιοκτόνος συμπεριφορά μας μέσα σε αυτό που –«ελέω Θεού» και Κεφαλαίου– θεωρούμε ως πλανήτη «μας».
Πηγή: www.efsyn.gr